Δευτέρα 23 Απριλίου 2007

Ποιος σε ορίζει?

Όταν κάτι είναι δεδομένο πρέπει να το αποδέχεσαι να μην κοιτάς πίσω κλαίγοντας αλλά να κοιτάς μπροστά, να συνεχίζεις το δρόμο σου προσπαθώντας να μην κάνεις τα ίδια λάθη.
Πρέπει να προσπαθείς να παίρνεις κουράγιο ακόμα και εκεί που όλα δείχνουν να είναι εναντίον σου.
Το κουράγιο μην περιμένεις να στο δώσει κάποιος, πρέπει να καταφέρνεις να το βρίσκεις μόνος σου και να προχωράς.
Η ζωή δεν χαρίζεται σε κανέναν, δεν μπορείς ποτέ να επαναπαυτείς και να την απολαύσεις, πρέπει πάντα να αγωνίζεσαι σκληρά γι’αυτήν.

Αφήνεις πίσω ανθρώπους, συναισθήματα, καταστάσεις, γεγονότα που θες να ξεχάσεις, σαν να μην τα έζησες ποτέ, δεν θες να θυμάσαι γιατί δεν σου αξίζουν, θες να φύγεις καιρό τώρα, τα καταφέρνεις και μετά θέλεις να φύγεις ξανά, από όλους και όλα.

Προτιμάς τη σιωπή. Εκτός από χρυσός είναι και λύτρωση.
Θέλεις το άγνωστο, το αύριο, το ήρεμο. Ποιος καταλαβαίνει τι?
Πως καταλαβαίνεις ότι καταλαβαίνει και δεν σπαταλάς το χρόνο σου?
Γιατί έχει γίνει τόσο μεγάλο ζήτημα ο χρόνος και η αξία του στις μέρες μας?

Ερωτήματα πολλά και αλλεπάλληλα. Αναπάντητα γιατί έτσι πρέπει, γιατί έτσι είναι, γιατί έτσι ορίζονται.

Άνθρωποι που δεν έχουν λόγο να κοιτούν τον ουρανό και να μην χαμογελούν, καταστρέφουν την ζωή τους ανούσια, ακατανόητα.
Άνθρωποι που δεν έχουν λόγο να κοιτούν τον ουρανό και να χαμογελούν, βρίσκουν το νόημα της ζωής σε μικρά καθημερινά και τη ζουν μέχρι τέλους.

Ανακάλυψέ το και ζήσε το μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο. Μέχρι εκεί που μπαίνουν τα όρια του καθενός.
Μην αφήνεις τίποτα να περάσει χωρίς να το ζήσεις.

Έχεις ένα αγκάθι χρόνια μέσα σου, κάθε τόσο μπαίνει όλο και πιο βαθιά, προσπαθείς να συνεχίσεις να ζεις, όπως ζεις, συμβατικά, αλλά αυτό κάθε τόσο σε πονάει και η πληγή μεγαλώνει.
Θέλεις να φύγεις μα ξέρεις ότι αυτό θα είναι πάντα μέσα σου και θα σε πονάει.
Θέλεις να κρυφτείς από όλους και όλα μήπως το ξεγελάσεις και σταματήσει να πονάει, αλλά ξέρεις πως όπου και να πας κάποτε θα ξανανιώσεις τον πόνο.
Πάντα θα υπάρχει, δεν πρόκειται να φύγει, απλά να αλλάξει τρόπο να πονάει.

Πάρε τη ζωή σου στα χέρια σου και πλάσε την όπως εσύ την ονειρεύτηκες.
Πάρε το αγκάθι και γύρισέ το στον κάτοχό του.
Βγές από το δρόμο που σε έβαλαν να πορευτείς και φτιάξε τον δικό σου…

Ξεχνάς…Ανήκεις σε εσένα…




Μόλις το πρωτόγνωρο γίνει οικείο θα θελήσω το αγαπημένο μου παλιό.
(Μοιράιδα, Εύα Ομηρόλη)

Μόλις το πρωτόγνωρο δεν έρθει ποτέ να μην θελήσεις για να μην λυπηθείς, να μην ελπίσεις για να μην απογοητευτείς και αν δεν αγαπήσεις ξανά δεν θα πληγωθείς.

Αλλά η ζωή έχει κάνει τα δικά της σχέδια και αναγκάζεσαι να τα ακολουθήσεις με μόνο δικαίωμα να σκέφτεσαι. Άλλες φορές να δίνει χαρά και άλλες πίκρα.

Μόνο λύπη προξενεί. Λύπη που σκεπάζει και όλες τις ευχάριστα αναπάντεχες αναμνήσεις και την αισιοδοξία για να πλάσσεις με την φαντασία σου το ψεύτικα ιδανικό μέλλον σου.
Λύπη που δεν σ’αφήνει να απολαύσεις το πρωτόγνωρο τώρα.
Λύπη που πλημμυρίζει το μέσα του και καθρεφτίζει το έξω σου.
Λύπη που παρασέρνει και το κορμί για να συμπάσχει με το μέσα της. Το κάνει ευάλωτο και νιώθει αδύναμο, κουρασμένο, άρρωστο, κρύο.
Τρέμει μα εσυ δεν το καταλαβαίνεις. Ποτέ δεν θα το καταλάβεις, μα δεν πειράζει, έστω και αυτό το λίγο είναι μια ανάμνηση.
Λύπη που πέρασε και δεν θα ξανάρθει, λύπη για αυτό που περίμενες και δεν ήρθε ποτέ.
Λύπη γι’αυτά που έρχονται και δεν τα ζει όπως τους αρμόζει .
Λύπη που σκεπάζει τα πάντα.
Λύπη που χτίζει ένα τείχος στον καινούριο δρόμο που έστρωσε για αυτόν.

Sadness..


Τρίτη 17 Απριλίου 2007

Εγώ άφωνη?



Κι’όμως!
Από παλιά μου το έλεγαν αλλά δεν ήθελα να το πιστέψω!
Και τώρα το παραδέχομαι και μόνη μου ότι είμαι κυριολεκτικά άφωνη..
Δεν μπορώ να κάνω και αλλιώς..


Και να θες να μιλήσεις σε κάποιον και να μην μπορείς. Είτε γιατί σε έχει στην αναμονή, είτε γιατί μόλις πας να ανοίξεις το στόμα σου βγαίνει μόνο σιωπή.
Και να θες να μιλήσεις σε κάποιον για να σου πει ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος, γιατί απ’ότι φαίνεται μόνος δεν τα καταφέρνεις να τα ξεχωρίσεις και επιμένεις στα λάθη.
Ποιος ξέρει να μου πει?


Το σαββατοκύριακο που μου κόστισε τη φωνή μου θα μου μείνει αξέχαστο για τρεις λόγους..


Γιατί περάσαμε τέλεια γελώντας συνέχεια και μέχρι δακρύων, κάνοντας βόλτες, ψωνίζοντας, τρώγοντας, βγάζοντας φωτογραφίες, τραγουδώντας με όλη τη δύναμη της φωνής(και να τα αποτελέσματα!), μένοντας από λάστιχο(!) και ανοίγοντας την καρδιά..

Γιατί η αφωνία μου ήρθε να μου θυμίσει την προηγούμενη αλλά και πολύ πιο άσχημη. Τότε είχα χάσει δύο ανθρώπους. Τον έναν μετά από πολλούς μαρτυρικούς μήνες και για πάντα και τον άλλον για λίγο μόνο που τότε νόμιζα για πάντα.. Και οι δύο μου κόστισαν. Τώρα όμως οι πληγές του πρώτου αρχίζουν να επουλώνονται και νοιώθω ανακούφιση για τον δεύτερο που τώρα έγινε για πάντα..

Και τέλος γιατί τώρα που εμφανίστηκε το καινούριο που δεν περίμενα, δεν υπάρχει κανείς να μου πει τι πρέπει να κάνω.

Ένα σαββατοκύριακο γεμάτο γέλια, φιλία, τραγούδι, κρύο, εμπειρίες, προβληματισμούς και έρωτα.

Για άλλα ξεκίνησα και άλλα βρέθηκα να γράφω. Άλλα ήθελα και αλλού με οδήγησε η πραγματικότητα.
Γιατί εγώ ήθελα να γράψω για το παραμύθι που έζησα σε τόπο μαγικό αλλά η πραγματικότητα με προσγείωσε στη χώρα του λάθους.

Ο ήχος της σιωπής σε παρασέρνει..?